Σάββατο, Μαΐου 21, 2016

Expo 58, Τζόναθαν Κόου

Expo 58: πρόκειται για τα τη Παγκόσμια Έκθεση («Exposition Universelle et Internationale de Bruxelles 1958), που διοργάνωσαν οι Βέλγοι μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου κι  ένα χρόνο μετά την ίδρυση της ΕΟΚ, στα πλαίσια της ειρηνικής συνεργασίας των χωρών. Κάθε χώρα που συμμετείχε θα εξέθετε σε αντίστοιχο περίπτερο τα τεχνολογικά της επιτεύγματα, και στοιχεία χαρακτηριστικά της ιδιαίτερης κουλτούρας της. Βρισκόμαστε ωστόσο  στο αποκορύφωμα του Ψυχρού πολέμου, με τις μεγάλες δυνάμεις να ανταγωνίζονται στην οικονομία, στην τεχνολογία, στους εξοπλισμούς, στην πολεμική βιομηχανία και στα επιτεύγματα των πυρηνικών επιστημών. Τέλος, οι μηχανισμοί προπαγάνδας και κατασκοπείας, ο ιδεολογικός και ψυχολογικός πόλεμος ξεπερνούν κάθε φαντασία.
Ατόμιουμ, Βρυξέλλες
Μέσα στο πλαίσιο αυτών των μεγάλων αντιφάσεων, με αφορμή το -πραγματικό- γεγονός της Έκθεσης (καρπός της οποίας είναι το έμβλημα των Βρυξελλών, το «Ατόμιουμ»)[1], ο Τζόναθαν Κόου «ζωγραφίζει» κυριολεκτικά, με το σύνηθες φλεγματικό εγγλέζικο χιούμορ του που στο βιβλίο αυτό φτάνει στο απόγειό του. Κεντρικός ήρωάς του είναι ο Τόμας Φόλεϊ, ένας όμορφος άντρας μισός Βέλγος, οικογενειάρχης, που εργάζεται στην Κεντρική Διεύθυνση Πληροφοριών, και αποδεικνύεται το καταλληλότερο πρόσωπο για να εκπροσωπήσει τη Βρετανία στην έκθεση αυτή. Εκτός όμως από το περίπτερο Βρετανικής Βιομηχανίας της βασικής έκθεσης, οι επισκέπτες θα χρειάζονταν φαγητό και ποτό, και αν επρόκειτο όντως να εκφραστεί ο εθνικός χαρακτήρας, τότε έπρεπε με κάποιον τρόπο, δίπλα στο περίπτερο, να ανεγερθεί μια βρετανική παμπ. Και προκειμένου να μη διαφύγει το μήνυμα από κανέναν, η ονομασία της παμπ δεν θα άφηνε κανένα περιθώριο παρερμηνείας: η παμπ θα ονομαζόταν «Μπριτάνια». Σ’ αυτήν την παμπ, λοιπόν, ορίζεται η θέση του Τόμας, θέση που στα μάτια της γυναίκας του και των φίλων τους θα του εξασφαλίσει το ποθητό κύρος…
Η διακριτική σάτιρα που χαρακτηρίζει το ύφος του Κόου βρίσκει πρόσφορο έδαφος σ’ αυτό το σκηνικό, αν και σε πολλές περιπτώσεις γίνεται γκροτέσκο, όπως στον ξεκαρδιστικό διάλογο για τη συμβολή της Βρετανίας στην αποχέτευση των ανθρώπινων απεκκρίσεων που… ουδέποτε αναγνωρίστηκε επαρκώς (!). Αμερική, Ρωσία, Γαλλία, Βρετανία και οι εκπρόσωποί τους περνούν απ’ το λεπτό κόσκινο του καυστικού σχολιασμού, ενώ ο αθώος μεσοαστός Τόμας, περήφανος που εκπροσωπεί τη χώρα του σε μια τόσο σημαντική υπόθεση («Είναι ο άνθρωπός μας στις Βρυξέλλες»), έρχεται συνέχεια προ εκπλήξεων: παράξενοι συνοδοί-κολλητσίδες (με ρεπoύμπλικες και καμπαρντίνες, σαν καρικατούρες) που εμφανίζονται από το πουθενά, τον ακολουθούν παντού και βασικά τον ελέγχουν˙ όμορφες, σαγηνευτικές γυναίκες με σκοτεινό ρόλο, γυναίκες που τον απομακρύνουν ψυχικά όλο και περισσότερο από τη Σύλβια, τη γυναίκα του, με την οποία ήδη τους τελευταίους μήνες ο άξονας της σχέσης του είχε μετατοπιστεί˙ ο επιστημονικός σύμβουλος του βρετανικού περιπτέρου με τον οποίο συγκατοικεί, ξαφνικά εξαφανίζεται παίρνοντας μαζί του και τη βρετανική εφεύρεση «ΖΕΤΑ» για τα πυρηνικά˙ η περίεργη συμπεριφορά του Ρώσου δημοσιογράφου Τσέρσκι (συντάκτη του «Σπούτνικ» (!)), που εισβάλλει αδιάκριτα στις παρέες, ενώ όλοι οι υπόλοιποι Ρώσοι είναι κλεισμένοι στο ξενοδοχείο κλπ κλπ. Ο Τόμας γρήγορα αντιλαμβάνεται ότι παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των Βέλγων για «ανταλλαγές ιδεών», οι Σοβιετικοί και οι Γιάνκηδες ανταγωνίζονται ακόμα και στο επίπεδο της έκθεσης, προσπαθώντας να ξεσηκώσουν τεχνικά μυστικά. Και βέβαια, η Βρετανία δε μένει πίσω…
Οι πολιτιστικές ανταλλαγές, οι αντιπροσωπείες από κουφά Συνέδρια (π.χ. “Συνέδριο για τη Φθορίωση και την Πρόληψη της Τερηδόνας”!), οι ατέλειωτες συναινετικές συζητήσεις για τη σχέση Ανατολής και Δύσης που καταλήγουν σε τρομερά μεθύσια, δεν παύουν να κινούνται στα όρια του φυσιολογικού... από τη μέση του βιβλίου όμως αρχίζει το γκροτέσκο: εξαφανίσεις, απαγωγές, μυστηριώδεις προειδοποιήσεις, στημένα φλερτ, προσπάθειες αποπροσανατολισμού του Τόμας. Παιχνίδια κατασκοπείας και προπαγάνδας με πινελιές Τζέημς Μποντ, όπου δεν γνωρίζει κανείς (ούτε ο αναγνώστης) πια, τι είναι στημένο και τι γνήσιο. Ο ίδιος ο Τόμας, χαμένος ανάμεσα στις ίντριγκες, στην έλξη για την Άννεκε, την αποστολή που έχει αναλάβει για να σώσει τις βρετανικές εφευρέσεις από τους Ρώσους και… την προδοσία της γυναίκας του, αναρωτιέται: Πού ήταν,στο κάτω κάτω, η πραγματικότητα σε όλα αυτά γύρω του; Η «Μπριτάνια» ήταν πλαστή: μια πλαστή παμπ, που προέβαλλε μια πλαστή εικόνα της Αγγλίας, τοποθετημένη σ’ ένα σκηνικό όπου και άλλες χώρες προέβαλλαν πλαστές εικόνες της εθνικής τους ταυτότητας. Το Χαρωπό Βέλγιο –ναι καλά! Πλαστό! Όπως και το «Ομπεργιάρνεν»! Πλαστό! Ζούσε σ’ έναν κόσμο φτιαγμένο από ομοιώματα. Και όσο το σκεφτόταν, τόσο πιο φασματικά κι ρευστά τού φάνταζαν όλα γύρω του. Η λύση των μικρομυστηρίων που ξεδιπλώνουν απερίφραστα οι δυο καρικατούρες- συνοδοί στον Τόμας (πολύ αργότερα, μετά την επιστροφή του στο Λονδίνο πια), είναι τόσο τραβηγμένη, που είναι πραγματικά για γέλια.
Όσο αφορά τον συναισθηματικό κόσμο του ήρωα, είναι πλούσιος και γεμάτος εκπλήξεις. Πρώτα πρώτα, ο προβληματισμός του για τη σχέση του με τη γυναίκα του, μια τελείως συμβατική και χλιαρή σχέση, που πήρε ανάσες με την απομάκρυνση του Τόμας από το Λονδίνο. Ο συγγραφέας περιγράφει με λεπτή ειρωνεία (όχι όμως αποδομητικά) την προσπάθεια των δύο να δείξουν στον άλλον ότι όλα είναι φυσιολογικά και τίποτα δεν έχει αλλάξει, παρόλο που κι οι δυο προφανώς τρέφουν συναισθήματα για τρίτα πρόσωπα, η Σύλβια για τον γείτονά της και ο Τόμας για την Άννεκε (απολαυστικές οι σελίδες όπου ο αναγνώστης μαθαίνει τα γεγονότα μέσα από αλλεπάλληλες επιστολές). Μια τραγελαφική παρεξήγηση θα απομακρύνει τον Τόμας ψυχικά, θα αποφασίσει να χωρίσει, πράγμα που τον κάνει να νιώθει πιο ελεύθερος (μήπως έβλεπε τελικά αυτήν την εξέλιξη μάλλον σαν ευκαιρία παρά σαν αναποδιά; Εδώ και μήνες, μέσα του, μυστικά, δυσανασχετούσε με τα δεσμά του έγγαμου βίου˙ είχε αρχίσει να νώθει σαν φυλακισμένος στο μεσοαστικό κελλί που είχε ο ίδιος χτίσει). Η απελευθέρωση αυτή τον ρίχνει χωρίς τύψεις σε εξωσυζυγικές περιπέτειες.
Παρόλο το φλεγματικό και σατιρικό ύφος όλου του βιβλίου, ο συγγραφέας δεν αποδομεί το ερωτικό συναίσθημα. Υπάρχουν σημεία πολύ δυνατά και «σοβαρά», και ο αναγνώστης μπορεί να καταλάβει τι είναι αυτό που πράγματι συγκινεί τον Τόμας (που άλλωστε πουθενά δεν παρουσιάζεται σαν καρικατούρα, όπως οι άλλοι). Ακόμα και στην αναγκαστική σχέση του με τη μυστηριώδη Έμιλι, υπάρχουν εξομολογήσεις που πάνε σε βάθος και πρωτότυπες σκέψεις που τον επηρεάζουν. Ακόμα, όμως, περισσότερο συναρπαστική και βαθιά είναι η σύντομη ερωτική επαφή με την Άννεκε, σχέση που κρύβει κάτι γνήσιο, αληθινό (έμειναν έτσι πολλή ώρα, ατενίζοντας ο ένας τον άλλο, απολαμβάνοντας τη στιγμή, την ηλεκτρισμένη χαρά της προσδοκίας/γύρισε και κοίταξε ξανά την Άννεκε, μ’ ένα κύμα στοργής να τον κατακλύζει γι αυτή τη γυναίκα που έκανε τα πάντα τόσο απλά, που απόψε του δόθηκε τόσο ελεύθερα και γενναιόδωρα).
Οι τελευταίες σελίδες, μετά τη λήξη πια της Expo 58, επιφυλάσσουν πολλές εκπλήξεις και για τον Τόμας και για τον αναγνώστη…
Χριστίνα Παπαγγελή


[1]
https://upload.wikimedia.org/wikipedia/en/1/11/Atomium_320_by_240_CCBY20_flickr_Mike_Cattell.jpg

Δεν υπάρχουν σχόλια: