Σάββατο, Μαρτίου 01, 2014

Αντίο Μαδρίτη, Paco Ignacio Taibo II,

Είναι το πρώτο βιβλίο που διάβασα του «θεμελιωτή» του λατινοαμερικάνικου αστυνομικού Πάκο Ιγνάθιο Τάιμπο  II[1] (μυθιστοριογράφου αστυν.  μυθιστορήματος, ιστορικού, συγγραφέα και δημοσιογράφου επίσης), και παρόλο που πρόκειται για μια πολύ σύντομη και κατακερματισμένη σε πολύ μικρά κεφάλαια αφήγηση, με μάγεψε.  Είναι αξιοσημείωτο ότι  ο ίδιος ο συγγραφέας δίσταζε να το εκδώσει λόγω της μικρής του έκτασης, αλλά κατέληξε ότι τα μυθιστορήματα έχουν την έκταση που θέλουν αυτά να έχουν, και λίγα μπορείς να κάνεις εσύ για να διορθώσεις το πρόβλημα, πάντα έχοντας τον κίνδυνο να τα καταστρέψεις. Μικρά κεφάλαια, λοιπόν, πυκνό και λιτό ύφος, περιεκτικό σε εικόνες, σε χαρακτηριστικές ατάκες∙ αδρές γραμμές, σκιτσάρισμα πλοκής.
Μοκτεσούμα, βασιλιάς των
Αζτέκων, 1466-1520
 Ο μονόφθαλμος σαραντάρης μεξικάνος ντετέκτιβ Έκτορ Μπελασκοαράν Σάυν δέχεται βραδιάτικα ένα τηλεφώνημα από τον φίλο του Χούστο Βάσκο, υποδ/ντή του Εθνικού Μουσείου Ανθρωπολογίας ότι επείγει να παραδώσει ένα μήνυμα στη «Μαύρη Χήρα»,  ξεπεσμένη τραγουδίστρια λαϊκών τραγουδιών («ραντσέρας»), και πρώην ερωμένη  ενός πρώην προέδρου του Μεξικού (ήταν μία πρώην, πρώην ερωμένη, πρώην νέα, πρώην κάτι)! Το μήνυμα είναι να μην τολμήσει να πουλήσει σε καμιά περίπτωση τον εθνικό θησαυρό που αποτελεί και έκθεμα του Μουσείου, τον περίφημο χρυσό θώρακα του Μοκτεσούμα, που βρίσκεται, παράνομα φυσικά, υπό την κατοχή της. Η αποστολή αυτή αναγκάζει τον Σάυν να ταξιδέψει στη Μαδρίτη, τη γενέτειρα των γονιών του.
Το κυνήγι λοιπόν του κλεμμένου θησαυρού είναι το θέμα, έγκλημα «τέχνης» για την ακρίβεια∙ αλλά μ ένα απαράμιλλο στυλ χιούμορ και σάτιρας, με ύφος κοφτό και λιτό, ο συγγραφέας μάς κάνει να γευτούμε  τη μεξικάνικη και ισπανική αύρα. Με συνεχείς συγκρίσεις και αναφορές στον τρόπο ζωής, στα φαγητά, τα ποτά, τα τσιγάρα, τη γλώσσα, τους χορούς και τα τραγούδια  των δυο χωρών  στήνει μπροστά στα μάτια μας σκηνικά, χωρίς να χάνεται η ουσία και ο ρυθμός της πλοκής. Πέρα από το ταξιδιωτικό και λαογραφικό όμως ενδιαφέρον, παίρνουμε και μια ιδέα του τι γίνεται διεθνώς όσο αφορά τα «εθνικά» έργα τέχνης, τους «νόμους» που ακολουθούν οι… κλέφτες σπάνιων έργων και τα οφέλη που αποκομίζουν!
Περπατάμε στην πόλη παρακολουθώντας γοητευμένοι  πώς, σύμφωνα με τις διηγήσεις, ήταν παλιά και τι άλλαξε. Γιατί ο –απρόθυμος στην άχαρη αποστολή του-  ντετέκτιβ βλέπει τη Μαδρίτη μέσα από τη «δανεική» μνήμη των γονιών του. Ο Ε. Μ. ποτέ δεν είχε πατήσει το πόδι του στη Μαδρίτη, όμως την είχε περπατήσει αμέτρητες φορές στις συζητήσεις με τους γονείς του ώστε του φαινόταν δική του, τουλάχιστον εξ ακοής. Αλλά δεν ήταν η ίδια πόλη. Η διαφορά βρισκόταν στις παραλλαγές, όχι αυτές που είχαν επιφέρει ο χρόνος ή οι αναμνήσεις, αλλά εξαιτίας των ψεμάτων που πρόσφερε αφειδώς η ξένη μνήμη. Άλλωστε υποφέρει από άλλη μια πάθηση της μεξικάνικης πρωτεύουσας, την πιο κερατένια αρρώστια, τη φοβερή, αυτή που δε συγχωράει κανένα, τη νοσταλγία/κάθε δεκαπέντε βήματα που έκανε του ερχόταν ο αναθεματισμένος Άγγελος της Ανεξαρτησίας κάποια μέρα με πυκνή ατμοσφαιρική ρύπανση και ψιλόβροχο).
Ο Μπελασκοαράν έρχεται αναγκαστικά σε επαφή με διάφορα γραφικά άτομα, εκ των οποίων κορυφαία βέβαια είναι η Μαύρη Χήρα (ήταν πολύ μελοδραματική. Όχι επειδή την είχαν καταβάλει τα γηρατειά ή η ηλικία. (…) Ήταν μελοδραματική επειδή επέπλεε πάνω στο τίποτα, επειδή δεν είχε πού να κρατηθεί. Ήταν μία ακόμα Μεξικάνα που είχε χαθεί στο τίποτα τα τελευταία χρόνια. Διαστροφές της σύγχρονης εποχής. Αντιστικτικά, σε μικρά κεφαλαιάκια βλέπουμε την οπτική επικοινωνία με μια απελπισμένη κοπελίτσα του διπλανού διαμερίσματος, που λειτουργεί σκηνικά (παρότι αντάλλαξαν ένα χαμόγελο, ο Έκτορ δεν τολμούσε να της μιλήσει. Πόσο μάλλον να της εξηγήσει ότι είχε έρθει στη Μαδρίτη για να μεταφέρει ανόητα μηνύματα για έναν θώρακα του Μοκτεσούμα, χαμένο στις μάχες των κατακτητών κατά του Μεξικού).
Ο αναγνώστης δεν απογοητεύεται γιατί η λύση του μυστηρίου είναι αξιοπρεπής και απροσδόκητη, σ΄ένα ρυθμό στακάτο με σουρρεαλισικές πινελιές.
Χριστίνα Παπαγγελή 





[1]http://www.tovima.gr/vimagazino/interviews/article/?aid=453590

2 σχόλια:

ναυτίλος είπε...

Αγαπητή Χριστίνα σου γράφω παρακάτω τη δική μου οπτική για το βιβλίο του Τάιμπο:

Ο Πάκο ουσιαστικά "παίζει" αντιπαραβάλλοντας την πρωτεύουσα της γενέτειρας του της Ισπανίας με την αγαπημένη του πόλη που κατοικεί από τα παιδικά του χρόνια, την Πόλη του Μεξικού. Πιο πολλά μαθαίνουμε γι' αυτήν την πόλη παρά για τη Μαδρίτη στην οποία περιπλανιέται ο ήρωάς του. Ο Σάυν πηγαίνει στην ισπανική πρωτεύουσα για πρώτη φορά στη ζωή του και βλέπει πως η πόλη για την οποία του μιλούσαν με τα καλύτερα λόγια οι γονείς του, που έφυγαν από την Ισπανία την εποχή του στρατηγού Φράνκο, δεν έχει καμία σχέση με αυτή που βλέπει ο ίδιος. Υποφέρει από το κρύο, από τη διαφορετική χρήση κάποιων ισπανικών λέξεων, από το φαγητό και τα αναψυκτικά που του σερβίρουν και από τους τύπους που κυκλοφορούν τη νύχτα. Προπάντων όμως, υποφέρει από νοσταλγία. Τριγυρνά στη Μαδρίτη περιγράφοντας την Πόλη του Μεξικού! Το πιο αξιοσημείωτο είναι ότι ενώ πίστευε πως γνώριζε την καστιλιάνικη πόλη από τις αφηγήσεις των γονιών του, διαπιστώνει τελικά ότι είναι αρκετά διαφορετική. Κι έτσι παθαίνει μια "χρονομνημονική απορρύθμιση".
Κι εδώ είναι που ο Μεξικανός συγγραφέας κλείνει το μάτι στον (Ισπανό κυρίως) αναγνώστη. Πολλά από αυτά που διαπιστώνει, ιδίοις όμμασιν, είναι βέβαια διαφορετικά απ' αυτά που θυμόταν απ' τους γονείς του αλλά και διαφορετικά από τη μαδριλένικη πραγματικότητα! Για παράδειγμα γράφει:
"Τα λιοντάρια της Κυβέλης στην πλατεία Σιμπέλες ήταν τρία και όχι τέσσερα". Και πιο κάτω πάλι: "Και γελώντας καθώς περνούσε δίπλα στο σιντριβάνι της Σιμπέλες με τα τρία μόνο λιοντάρια, συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν μόνο αυτός που είχε απατηλή μνήμη".
Το βιβλίο το διάβασα στη Μαδρίτη κι έμεινα έκπληκτος όταν διαπίστωσα (ιδίοις κι εγώ όμμασιν) ότι τα λιοντάρια είναι τελικά δύο. Στην αρχή νόμισα ότι απλά έκανε ένα λάθος αλλά η διπλή αναφορά με έβγαλε από την πλάνη. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον ξεροπόταμο Μανθανάρες, που κάποτε "αυτοκτονούσαν πέφτοντας από τη γέφυρα με ένα βάρος στο λαιμό...". Στον Μανθανάρες δεν υπήρχε περίπτωση ποτέ να βυθιστείς... ένας εντελώς ρηχός ποταμός ήταν ανέκαθεν. O Σάυν δεν πάσχει μόνο από χρονομνημονική απορρύθμιση αλλά και από χωρομνημονική. Το σώμα του βρίσκεται βρίσκεται στη Μαδρίτη, ενώ η καρδιά του στο Μεξικό. Άλλη η Μαδρίτη των γονιών του, άλλη αυτή την οποία βλέπει και άλλη η πραγματική!

Χριστίνα Παπαγγελή είπε...

Αξιόλογη πρόσληψη, ναυτίλε. Το θέμα της "δανεικής" μνήμης είναι όντως αυτό που "μένει" απ το βιβλίο...