Δευτέρα, Δεκεμβρίου 05, 2011

Κάθε μέρα λίγο πιο κοντά, Ίρβιν Γιάλομ

Είναι το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο του ψυχοθεραπευτή Ίρβιν Γιάλομ και γράφτηκε το 1974, αλλά στην Ελλάδα μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε το 2010. Every day gets a little closer: a twice told therapy, είναι ο τίτλος του πρωτότυπου, όπου διαφαίνεται καθαρά ότι πρόκειται για το χρονικό μιας ψυχοθεραπείας, «ειπωμένο δυο φορές», γιατί το λόγο έχουν εξίσου και ο θεραπευτής και ο θεραπευόμενος. Το δύσκολο αυτό εγχείρημα, να κρατά δηλαδή σε εβδομαδιαία βάση ημερολόγιο και ο θεραπευόμενος φαίνεται να παρουσιάζει μεγάλες αντιστάσεις και ίσως- ίσως κάποιες αθέμιτες συνέπειες, προσελκύει όμως το ενδιαφέρον του αναγνώστη, και μάλιστα όταν ανακαλύπτει ο τελευταίος ότι η θεραπευόμενη, η Τζίννυ, έχει πράγματι λογοτεχνικό ταλέντο (μια ξεχωριστή, πάνω από το μέσο όρο ικανότητα να διατυπώνει και να χρωματίζει τα βιώματα και τα συναισθήματά της). Αυτό γίνεται αισθητό ήδη από τον πρόλογό της όπου το ύφος είναι ακριβές, πυκνό, μεστό, αυτοσαρκαστικό και τρυφερό μαζί. Το πιο αξιόλογο όμως, γεγονός που ίσως δυσκόλεψε τον Γιάλομ ως ψυχοθεραπευτή, είναι ότι χτίζει πολύ γρήγορα αυτό-συνείδηση, επίγνωση δηλαδή αυτών που της συμβαίνουν σε ψυχικό επίπεδο. Και η δυσκολία του ψυχοθεραπευτή είναι, νομίζω, ότι ένα τέτοιο «ταχύρρυθμο» άτομο ερμηνεύει γρήγορα τα βιώματά του και οχυρώνεται πίσω από τις ερμηνείες.
Στον πρόλογο του Ίρβιν Γιάλομ (η επιθυμία μου να αφηγηθώ την εμπειρία μου με την Τζίννυ είναι αρκετά έντονη) παίρνουμε μια ιδέα για την προσωπικότητα της Τζίννυ: εικοσιτριών χρονών, αδύνατη, όχι όμορφη αλλά ελκυστική (μ’ έναν παράξενο τρόπο σε τραβούσε), πολύ έξυπνη, με ταλέντο στο γράψιμο (όπως γράφει ο Γιάλομ, έχει μια εξαιρετικά ανεπτυγμένη αίσθηση του κωμικού, ένα εντυπωσιακό χάρισμα λεκτικής εικονοποιΐας), μαζοχιστική και χωρίς «αίσθηση εαυτού», παραμελεί τις δικές της ανάγκες και απολαύσεις, δεν εκφράζει τα συναισθήματά της, το θυμό της ή τις ανάγκες της. Αυτοπεριφρονείται και απεχθάνεται τον ίδιο της τον εαυτό. Καταναλώνεται στο να κάνει τους άλλους να τη συμπαθήσουν. Και φυσικά πολλά προβλήματα στις σχέσεις της με τους άντρες και στο σεξ (μεγάλη δυσκολία να φτάσει σε οργασμό, πρόβλημα στην τρέχουσα σχέση της με τον Καρλ).
Η παρουσία της μητέρας της έπιανε πολύ χώρο. «Είμαι η θαμπή αντανάκλαση της μητέρας μου», όπως έλεγε. Ασάφεια των «ορίων του εγώ». Πολλοί οι εφιάλτες στους οποίους υφίσταται σεξουαλικό βιασμό, και μάλιστα από γυναίκες.
Βλέπουμε λοιπόν ένα ασυνήθιστο ξεγύμνωμα και από τους δυο «πρωταγωνιστές», που ξεσηκώνει, αν μη τι άλλο, την περιέργεια του αναγνώστη. Στην αφήγηση κάθε συνεδρίας από τον Γιάλομ «απαντά» η αφήγηση της Τζίννυ. Πολλές φορές δεν αναγνωρίζει κανείς την ίδια συνεδρία παρά μόνο από την ημερομηνία, τόσο διαφορετικά είναι εστιασμένες.

Η Τζίννυ είναι μια ασυνήθιστη προσωπικότητα. Είναι ένας άνθρωπος με πολύ έντονη δραστηριότητα, με πολύ δυναμικό και με πολλά ταλέντα, που χαίρει εκτίμησης από το περιβάλλον αλλά δεν έχει επαφή με τα συναισθήματά του. Σα να παίζει μόνιμα σ’ ένα θέατρο, σα να μην μπορεί να αφεθεί σε μια αυθεντικότητα. Η ανασφάλεια και η αδυναμία να φτάσει σε οργασμό γίνονται εμμονές που καθηλώνουν τη συμπεριφορά της και τα συναισθήματα με τον Καρλ.
Τι την εμποδίζει να νιώσει θυμό, κι ακόμα περισσότερο να τον εκφράσει, είναι κάτι που δεν έχουμε καν αρχίσει να το διερευνούμε. Διαισθάνομαι πως διαθέτει μια πολύ γεμάτη αλλά κρυμμένη δεξαμενή θυμού, αλλά φοβάται να ανοίξει τη βρύση μήπως και δε μπορέσει μετά να ξανακλείσει την κάνουλα. Αυτή η αδυναμία να εκφράσει τα συναισθήματα και τις ανάγκες της δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο, κάτι σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία: ο φόβος της να εκφράσει θυμό, μήπως έτσι φέρει σε κίνδυνο τη σχέση της με τον Καρλ, επιφέρει ακριβώς αυτό το οποίο τρέμει, δηλαδή μια εκφυλισμένη ή ανάπηρη ανθρώπινη σχέση. Η χειρότερη ώρα του εικοσιτετράωρου γι’ αυτήν είναι η νύχτα, κι ο φόβος της για το τι θα συμβεί μόλις κλείσει το φως είναι που τρομοκρατεί τόσο τις μέρες της.

Η επικίνδυνη ισορροπία είναι όταν ο ψυχαναλυτής μπαίνει –αναμενόμενο- στο παιχνίδι παίζοντας το ρόλο του πατέρα ή του συντρόφου, όταν οι προβολές της θεραπευόμενης (που βλέπει κάπως ερωτικά τον γιατρό, ή αντίστοιχα, περιμένει ο γιατρός να τη δει σα γυναίκα) εμπλέκονται με το ρόλο του γιατρού, και πιστεύω ότι το γεγονός της συγγραφής ημερολογίου, που μάλιστα ξέρεις ότι θα το δει το άλλο πρόσωπο (επομένως σίγουρα δεν είναι απόλυτα ειλικρινές), συγχέει ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Ενδιαφέρον επιπρόσθετο αποκτά το βιβλίο όταν στη συνεδρία έρχεται κι ο Καρλ, και μάλιστα γράφει κι αυτός ημερολόγιο.
Η εξέλιξη είναι σπειροειδής, δεν υπάρχει απτό, άμεσο τουλάχιστον «ιατρικό» αποτέλεσμα παρά πολύ μικρή πρόοδος με πισωγυρίσματα. Κάποια βήματα «μπρος», δηλαδή προς μια απελευθέρωση συναισθημάτων και αναγκών, που όμως δε φέρνουν θεαματικές αλλαγές. Ο μηχανισμός της ανθρώπινης άμυνας επαναφέρει γρήγορα εξ αδρανείας στο σημείο αφετηρίας.

Ξεχωρίζω τη συνεδρία που ο Γιάλομ κατέγραψε ως «μία από τις κορυφαίες εμπειρίες του ως ψυχοθεραπευτή». Μια συνεδρία όπου φαίνεται ότι συνέκλιναν όλες οι προσπάθειες και ο χρόνος που είχε αφιερώσει στην Τζίννυ. Παράλογοι φόβοι, όλα όσα δίσταζε να αντιμετωπίσει και να μιλήσει γι’ αυτά φαίνεται να τα αντιμετώπισε σε κείνη τη συνεδρία. Είναι αξιοσημείωτο ότι την ίδια συνεδρία η Τζίννυ την αναφέρει σαν «την πιο τραυματική από τις τρεις τελευταίες»! (καθόμουν εκεί έτοιμη να λιποθυμήσω, ενώ σας έλεγα ότι όλα ήταν μια χαρά). Στη συνεδρία αυτή, όπου είναι παρών και ο Καρλ, θίγεται ρητά (μετά από έμμεση προτροπή του Γιάλομ) το πρόβλημα του σεξ.
Εγώ ανέφερα το σεξ κι ένιωθα τόσο γελοία και αξιοσέβαστη, σα να ήμουνα μια μεσήλικη κυρία μ΄ ένα φλιτζάνι τσάι κι ένα έτοιμο θέμα. Δεν ήθελα να σπαταλήσω τη συνεδρία όντας απαθής. Δεν θυμάμαι πολλά απ’ όσα είπαμε, το μόνο που θυμάμαι είναι ότι εγώ είπα πολλά κι ότι ευχόμουν να μου δοθεί αμνηστία και να μη μου κρατήσει κανείς κακία αργότερα για τίποτα.
Ανοίγοντας αυτό το θέμα άφησα τον εαυτό μου ανοιχτό στις πιο υπέροχες ελπίδες και στις χειρότερες τιμωρίες. Η κάθε μέρα είναι σαν ψυχοθεραπεία τώρα. Κι ο στόχος είναι η αλλαγή. Δεν έχω πια ανάγκη να παίζετε το ρόλο του Καρλ, τώρα τον παίζει ο ίδιος συνέχεια, κι εγώ δοκιμάζω να του πω διάφορα. Τα μυστικά κι οι συνωμοσίες ου είχαμε, βγαίνουν όλα στη φόρα και δεν ξέρω τι παίρνει τη θέση τους. Καταφέρνω να κάνω επαφή με πολύ βαθιές ενστικτώδεις αντιδράσεις. Το να παίζει ο Καρλ τον εαυτό του είναι πιο δραστικό απ’ ό, τι όταν τον παίζατε εσείς. Μόνο και μόνο επειδή υπάρχουν συνέπειες.
(…) Έρχομαι πρόσωπο με πρόσωπο με την ίδια μου την αντίσταση.

Οι τελευταίες συνεδρίες είναι προγραμματισμένες να είναι οι τελευταίες γιατί είναι σημαντικό να υπάρχει ένα όριο, ένa τέλος έστω και τεχνητό που να «κλείνει» την υπόθεση. Ο Γιάλομ στο ημερολόγιο αυτής της τελευταίας συνεδρίας αφήνει να διαφανεί ότι η Τζίννυ ήταν κάτι ξεχωριστό για κείνον, συγκινήθηκε και ένιωσε ότι θα του λείψει.

Δεν έχει φυσικά σημασία που η Τζίννυ με τον Καρλ χώρισαν εντέλει. Δεν είναι εύκολο να εκτιμήσει κανείς και να αξιολογήσει την ψυχική ωρίμανση. Άλλωστε, ο ίδιος ο Γιάλομ έγραφε έναν χρόνο πριν:
Χρειάζεται να κρατηθώ με νύχια και με δόντια για να βγω από το ρόλο της προξενήτρας. Η δουλειά μου με τη Τζίννυ δεν αφορά το αν θα παντρευτούν∙ εκείνο που μετράει είναι η ποιότητα της σχέσης τους. Αν μία φορά βιώσουν βαθιά και ειλικρινή οικειότητα, θα διατηρηθεί ανάμεσά τους για πάντα, ακόμα κι αν δεν ξαναδούν ο ένας τον άλλον ποτέ. Πιστεύω, με την πίστη ενός προσήλυτου πως αυτή η συνεύρεση μπορεί να εμπλουτίσει και μελλοντικούς άγνωρους ακόμη έρωτες.

Συναντήθηκαν μετά από ενάμισι χρόνο και έγραψαν από έναν επίλογο.
Γιάλομ: η «τέχνη» της ψυχοθεραπείας έχει για μένα διττή σημασία: «τέχνη», με την έννοια ότι η εκτέλεση της θεραπείας απαιτεί τη χρήση διαισθητικών δυνάμεων που δεν μπορούν να προκύψουν από επιστημονικές αρχές κι επίσης «τέχνη», με την έννοια που έδινε στη λέξη ο Κήτς, ότι δηλαδή εγκαθιστά τη δική της αλήθεια, η οποία υπερβαίνει την αντικειμενική ανάλυση. Η αλήθεια είναι μια ομορφιά που βιώσαμε η Τζίννυ κι εγώ. Γνωρίσαμε ο ένας τον άλλον, αγγίξαμε βαθιά ο ένας τον άλλον, και μοιραστήκαμε συγκλονιστικές στιγμές που δεν τις ζουν εύκολα οι άνθρωποι.
Πιο συγκλονιστικός όμως, απ’ όλες τις απόψεις είναι ο επίλογος της Τζίννυ. Αντιγράφω σχεδόν τυχαία:

Το μυαλό μου νιώθει πραγματικά νωθρό, σαν να μελετούσε τον κόσμο μέσα από μια σειρά αντικατοπτρισμούς, τους οποίους προσπαθούσα ευσυνείδητα να σας περιγράψω, δρ. Γιάλομ. Τώρα, όποτε σκαλίζω τον εγκέφαλό μου για ύλη γεγονότων, εύχομαι να είχα προσπαθήσει να μιλήσω περισσότερο, ακόμα κι αν δεν ήταν όλες μου οι κουβέντες αγνές, αντί να περιμένω τη φράση που το συναίσθημά της ήταν εκατό τοις εκατό εγγυημένο.

(…) Εσείς είστε το υποκείμενο του ρήματος σ’ όλες αυτές τις σελίδες.
(…) Η σπασμένη αίσθηση του χθες συγκολλήθηκε. Ο πόνος μου είναι αιώνιος, το ίδιο κι η χαρά μου.
(…) Όσες φορές κι αν κουλουριάστηκα, με ξετυλίξατε.



Χριστίνα Παπαγγελή